Προκλήσεις

ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ: ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το παρακάτω ενημερωτικό έγγραφο παρουσιάζει αποτελέσματα ερευνών και εκθέσεων σε παγκόσμια κλίμακα. Δεν πρόκειται για πρωτογενή έρευνα του Σ.Κ.Ε.Π., αλλά για μια προσπάθεια συγκέντρωσης δευτερογενών στοιχείων, με στόχο την ενημέρωση, συνειδητοποίηση και αφύπνιση του γενικού πληθυσμού απέναντι στην πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι άνθρωποι με αναπηρία.

Τα κύρια ευρήματα δείχνουν ότι το πρόβλημα δεν είναι η αναπηρία αυτή καθ' αυτή όσο η αρνητική στάση της κοινωνίας απέναντι στη διαφορετικότητα. Η έλλειψη ορατότητας και ο αποκλεισμός των ατόμων με αναπηρία στην ευρύτερη κοινωνία, είναι ο κύριος λόγος για τις προκαταλήψεις και στερεοτυπικές αντιλήψεις του γενικού πληθυσμού. Ο κοινωνικός αποκλεισμός που βιώνουν τα άτομα με αναπηρία, εντείνεται από τρεις βασικούς παράγοντες:

1. Ανεργία, αδυναμία εργασίας, μειωμένο ή χαμηλό εισόδημα κλπ.
2. Επιπρόσθετες οικονομικές δαπάνες λόγω αναπηρίας.
3. Καθημερινά εμπόδια: έλλειψη ή εσφαλμένη προσβασιμότητα, ανεπάρκεια υπηρεσιών.

Η αλλαγή στάσεων απέναντι στην αναπηρία φαίνεται να έχει απασχολήσει αρκετά τον χώρο της έρευνας την τελευταία δεκαετία, παγκοσμίως.  Είναι επίσης ο βασικός λόγος ύπαρξης του Σωματείου μας. Μια πολιτισμένη κοινωνία δεν διαιρείται στους «μεν» και τους «δε». Λειτουργεί ενωτικά και δίκαια, προσφέροντας την ευκαιρία στον καθένα να διεκδικήσει ένα καλύτερο αύριο.

Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Φόρουμ Ατόμων με Αναπηρία, περισσότερα από 80 εκατομμύρια Ευρωπαίοι είναι άνθρωποι με αναπηρία, που αντιστοιχεί στο 15% του συνόλου του πληθυσμού (Edf-feph.org).

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι το παγκόσμιο ποσοστό της αναπηρίας έχει αυξηθεί από το 1970 από 10% σε 15% (Who.int).

Αποτελέσματα ερευνών έχουν δείξει ότι ένα στα δύο άτομα με αναπηρία δεν έχουν ποτέ συμμετάσχει σε πολιτιστικές, ψυχαγωγικές ή αθλητικές δραστηριότητες και δεν έχουν ποτέ πρόσβαση σε κινηματογράφους, θέατρα, συναυλίες και βιβλιοθήκες (Who.int).

Το 2011, η Παγκόσμια Έκθεση για την Αναπηρία, που διεξήχθη από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας και την Παγκόσμια Τράπεζα, ορίζει πως, "η αναπηρία είναι μέρος της ανθρώπινης κατάστασης - σχεδόν όλοι θα αποκτήσουν μια μόνιμη ή προσωρινή αναπηρία κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής τους"(Who.int).

Τα άτομα με αναπηρία, παρόλο που αποτελούν μια μεγάλη κατηγορία του πληθυσμού, λόγω αρνητικών αντιλήψεων και προκαταλήψεων εις βάρος τους, αντιμετωπίζουν συχνά τον κοινωνικό αποκλεισμό, τον στιγματισμό και την αδιαφορία. Αποτελούν μια ομάδα αποκλεισμένων ανθρώπων, ενώ η ίδια η εικόνα του κοινωνικού δυαδισμού, οι «μέσα» και οι «έξω» τους στιγματοποιεί.

Ο κοινωνικός αποκλεισμός που βιώνουν τα άτομα με αναπηρία, εντείνεται από τρεις βασικούς παράγοντες:

  1. Μειωμένο ή χαμηλό εισόδημα, λόγω ανεργίας, αδυναμίας εργασίας κλπ.
  2. Επιπρόσθετες οικονομικές δαπάνες λόγω αναπηρίας.
  3. Εμπόδια: περιθωριοποίηση, μη προσβασιμότητα ή ανεπάρκεια υπηρεσιών.

Αυτοί οι βασικοί παράγοντες έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό, την διάκριση που βιώνουν τα άτομα με αναπηρία αλλά και οι οικογένειες τους σε καθημερινή βάση.

Η αναπηρία αποτελεί περισσότερο κοινωνικό ζήτημα παρά ατομικό και γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει η ίδια η κοινωνία να κατανοήσει ότι τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι με αναπηρία, προέρχονται από την ίδια την κοινωνική οργάνωση και τις αλληλεπιδράσεις που αυτή ορίζει.

Η έλλειψη ένταξης των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνία έχει ως αποτέλεσμα:

  • Την περιθωριοποίηση των ατόμων με αναπηρία
  • Την αύξηση συναισθημάτων φόβου και άγνοιας του γενικού πληθυσμού, που απορρέουν από την έλλειψη ενημέρωσης, εκπαίδευσης και συναναστροφής με άτομα με αναπηρία .

«Οι διακρίσεις και ο αποκλεισμός έχουν τις ρίζες τους στο φόβο και τα στερεότυπα και ενισχύεται από την έλλειψη προσωπικής επαφής με ανθρώπους με αναπηρία". ("Κοινωνικός Αποκλεισμός και Άτομα με Ειδικές Ανάγκες. Κοινωνιολογική θεώρηση", 2013)

Περαιτέρω έρευνα που εκπονήθηκε από τον οργανισμό National Disability Authority (NDA), στην Ιρλανδία, με τίτλο «Strategic Options for influencing public attitudes towards people with disabilities» κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η έλλειψη ορατότητας και ο αποκλεισμός των ατόμων με αναπηρία στην ευρύτερη κοινωνία, είναι ο κύριος λόγος για τις αρνητικές στάσεις και αντιλήψεις του γενικού πληθυσμού.

Η Παγκόσμια Έκθεση για την Αναπηρία υποστηρίζει, πως σωματεία και οργανισμοί που έχουν ως θέμα την αναπηρία, όπως ο Σ.Κ.Ε.Π., διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στη βελτίωση της δημόσιας κατανόησης σχετικά με την αναπηρία, στην αντιμετώπιση των αρνητικών αντιλήψεων και στην άρση των προκαταλήψεων μέσω προγραμμάτων ενημέρωσης.

Το χάσμα στη δημόσια κατανόηση σχετικά με την αναπηρία μπορεί να γεφυρωθεί μέσω της εκπαίδευσης και ενημέρωσης του κοινού (Who.int).

Το 2014 δημοσιεύτηκε μια έκθεση με τίτλο «Current Attitudes Towards Disabled People», από τον οργανισμό Scope about Disability.

Τα κύρια ευρήματα υποδηλώνουν πως η αρνητική στάση απέναντι στα άτομα με αναπηρία που κατέχουν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, οφείλεται σε μια γενική έλλειψη γνώσης, ενημέρωσης και κατανόησης σχετικά με τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρία. Οι άνδρες εμφανίζουν πιο αρνητική στάση από τις γυναίκες, με έμφαση στις νεότερες ηλικιακές ομάδες (Scope.org.uk).

Τα στερεότυπα και η αρνητική στάση του γενικού πληθυσμού απέναντι στην αναπηρία, μπορούν να αμβλυνθούν μέσω:

1. Εκπαίδευσης του γενικού πληθυσμού για την αναπηρία
2. Καθημερινής αλληλεπίδρασης πληθυσμού με και χωρίς αναπηρία
3. Διαμόρφωση θετικών στάσεων από μικρή ηλικία (Scope.org.uk)

Σε ό, τι αφορά στην εκπαίδευση των ανθρώπων σχετικά με την αναπηρία, ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματα δείχνει πως προγράμματα εκπαίδευσης του κοινού αποτρέπουν τις διακρίσεις, τον αποκλεισμό και τον στιγματισμό που συνδέονται με την αναπηρία. Πάνω από 28% των ανθρώπων που πήραν μέρος στην έρευνα δήλωσαν ότι αν έπαιρναν συμβουλές από άτομα με αναπηρία για το πώς να φερθούν σε διάφορες περιστάσεις θα ένιωθαν λιγότερη αμηχανία στην επαφή μαζί τους. Τα προγράμματα και οι εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού αλλάζουν τις αρνητικές αντιλήψεις καθώς και τις αρνητικές καθημερινές συμπεριφορές που δέχονται τα άτομα με αναπηρία (Scope.org.uk).

 «Πιο συχνές αλληλεπιδράσεις μεταξύ ατόμων με και χωρίς αναπηρία στην καθημερινή ζωή, βελτιώνουν τις αρνητικές στάσεις απέναντι στην αναπηρία" (Scope About Disability, 2014). Μια πληθώρα ερευνών υποδηλώνουν πως αρνητικές συμπεριφορές που σχετίζονται με την αναπηρία βελτιώνονται με την θετική αλληλεπίδραση μεικτών ομάδων (με και χωρίς αναπηρία) στην καθημερινότητα. Περισσότερο από το 33% των ατόμων που πήραν μέρος στην έρευνα δήλωσε πως η γνωριμία τους με ένα άτομο με αναπηρία θα τους κάνει να αισθάνονται πιο σίγουροι στην επικοινωνία μαζί τους. Από την άλλη πλευρά η έρευνα διαπίστωσε ότι 27% των ανθρώπων, σπάνια αλληλεπιδρούν με άτομα με αναπηρία.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι η θετική στάση έναντι της αναπηρίας μπορεί να διαμορφωθεί από πολύ νεαρή ηλικία. Καθημερινή αλληλεπίδραση μεταξύ των παιδιών με και χωρίς αναπηρία συμβάλλει στην διαμόρφωση θετικών στάσεων και στην δημιουργία δεσμών μεταξύ των δύο ομάδων. Δυστυχώς παρατηρείται έλλειψη συστηματικών προγραμμάτων αλληλεπίδρασης παιδιών. Η έρευνα Mumsnet / Scope έδειξε ότι 38% των γονέων που έχουν παιδιά με αναπηρία δήλωσε πως τα παιδιά τους «σπάνια» ή «ποτέ» έχουν την ευκαιρία να κοινωνικοποιηθούν και να συναναστραφούν με τα παιδιά χωρίς αναπηρία. Καίριο ρόλο στην διαμόρφωση θετικών στάσεων απέναντι στην διαφορετικότητα παίζουν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί (Scope.org.uk).

Η αλλαγή στάσεων απέναντι στην αναπηρία φαίνεται να έχει απασχολήσει τον χώρο της έρευνας αρκετά την τελευταία δεκαετία, παγκοσμίως.  Στόχος των περισσοτέρων ήταν η αφύπνιση των νέων σχολικής ηλικίας απέναντι στην αναπηρία μέσω της εφαρμογής διαφόρων παρεμβάσεων. Σύμφωνα με έρευνες, οι στάσεις των μαθητών απέναντι σε συνομηλίκους τους με αναπηρία επηρεάζεται και διαμορφώνεται άμεσα από το βαθμό της γνώσης σχετικά με αυτήν, αποτέλεσμα που απορρέει από το κοινωνικό περιβάλλον (Rillotta & Nettelbeck, 2007, Ison et al., 2010).  Η έλλειψη της απαραίτητης γνώσης και το αίσθημα της άγνοιας είναι εκείνα που συχνά αποτελούν την αιτία διαμόρφωσης αρνητικών στάσεων και άκαμπτων αντιλήψεων (Lindsay & McPherson, 2006, Nowicki, 2006). Πληθώρα ερευνών σύμφωνα με αυτό το ζήτημα επικεντρώνονται στην βελτίωση των στάσεων μέσω παρεμβάσεων ευαισθητοποίησης απέναντι στην αναπηρία.

Η πιο πρόσφατη συστηματική ερευνητική ανασκόπηση σχετικά με αυτό το θέμα υπογραμμίζει την ύπαρξη επιτυχών στρατηγικών ευαισθητοποίησης απέναντι στην αναπηρία.  Η επιτυχία των στρατηγικών αυτών διασαφηνίζεται ως εξής: κοινωνική επαφή του ατόμου χωρίς αναπηρία με άτομο με αναπηρία, ενημέρωση μέσω τεχνολογίας συμπεριλαμβανομένων διηγήσεων και δραστηριοτήτων εντός της σχολικής  τάξης (Lindsay & Edwards, 2012).

Το θεωρητικό πλαίσιο πάνω στο οποίο βασίστηκαν αρκετές έρευνες, συμπεριλαμβάνει την θεωρία επικοινωνίας του Allport (1954), γνωστή ως ‘contact hypothesis’. Παρότι η θεωρία αυτή δεν έδωσε σημαντικά αποτελέσματα για όλες τις κοινωνικές προκαταλήψεις που εξετάσθηκαν από την θεμελίωση της, υπήρξαν σημαντικά αποτελέσματα συγκεκριμένα για τις στάσεις απέναντι στην αναπηρία (Yuker, 1988).  Σε ερευνητική του ανασκόπηση ο Yuker παρουσίασε πως σε συνολικά 318 έρευνες για την αλλαγή στάσεων απέναντι στην αναπηρία, οι μισές από αυτές κατάφεραν να δώσουν επιτυχώς σημαντικά επιστημανικά αποτελέσματα. Για το λόγο αυτόν, λίγα χρόνια αργότερα, οι Lee και Rodda (1994) συνιστούν ως αποτελεσματική παρεμβάση που θα επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα στην αλλαγή των στάσεων, την συνδυαστική στρατηγική προσέγγιση. Η βασική γνώση αποτελεί απαραίτητο συστατικό για την εξέλιξη προσωπικών εμπειριών στην επικοινωνία με άτομα με αναπηρίες (Lee & Rodda, 1994).

Ο τρόπος που αντιμετωπίζονται τα άτομα με αναπηρία, αποτελεί δείγμα πολιτισμού μιας χώρας. Όλα θα έπρεπε να ξεκινούν από το σχολείο, καθώς είναι θέματα παιδείας. Το σχολείο πρέπει να αποτελεί έναν χώρο όπου «ο “άλλος”, ο διαφορετικός, γίνεται αντιληπτός ως σηµαντικό µέλος της οµάδας, η δε διαφορετικότητά του δεν θεωρείται ως αρνητικό στοιχείο, αλλά ως ευκαιρία αλληλεπίδρασης και αλληλοσυµπλήρωσης» (Ρεράκης, 2006).

Η Ε.Σ.Α.µεΑ. έχει τονίσει επανειληµµένα ότι «… οι ρίζες των διακρίσεων και του αποκλεισµού που βιώνουν τα άτοµα µε αναπηρία στη χώρα µας, βρίσκονται στον τρόπο που το εκπαιδευτικό µας σύστηµα παρέχει εκπαίδευση σε αυτά τα άτοµα ή επίσης στον τρόπο µε τον οποίο τα ελληνόπουλα εκπαιδεύονται στα ζητήµατα της αναπηρίας και γενικότερα των ανθρωπίνων δικαιωµάτων» (Εθνική Συνοµοσπονδία Ατόµων µε Αναπηρία, 2009).

Σύμφωνα με τον Οδηγό του Πολίτη µε Αναπηρία, το σχολείο, σεβόμενο την δημοκρατική αρχή που τονίζει πως «ο καθένας έχει το δικαίωμα να είναι διαφορετικός από τους άλλους», οφείλει να λαμβάνει υπόψη του τις ατομικές διαφορές των μαθητών, να ανιχνεύει τις ατομικές τους ικανότητες και συγχρόνως να τα προστατεύει από διαχωρισμούς και κατηγοριοποιήσεις (Οδηγός του Πολίτη με Αναπηρία, 2007).

Μέσα από τις σχέσεις με τους συνομήλικους, ένα παιδί διαμορφώνει την κοινωνική του ταυτότητα, αφού αναπτύσσει κοινωνικές σχέσεις και μαθαίνει σημαντικές δεξιότητες για την συναισθηματική, κοινωνική, επικοινωνιακή και γνωστική ανάπτυξη του. Σύμφωνα με έρευνες, τα παιδιά που φοιτούν σε σχολεία ένταξης αναπτύσσουν ενσυναίσθηση, σεβασμό και αποδοχή των ατομικών διαφορών απέναντι σε συμμαθητές τους με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρία. Επιπλέον, τους χαρακτηρίζει μεγαλύτερος βαθμός συνειδητοποίησης και υπευθυνότητας για τις ανάγκες των άλλων παιδιών (N.Frederickson, E.Simmonds, L.Evans, & C. Soulsby, 2007).

Σύμφωνα με την έρευνα του DeWar, οι αρνητικές αντιλήψεις, οι προκαταλήψεις και τα στερεότυπα αναπτύσσονται από την προσχολική και σχολική ηλικία. Ο ρόλος των εκπαιδευτικών στην διαμόρφωση θετικών στάσεων σε παιδιά χωρίς αναπηρία είναι πολύ σημαντικός. Οι εκπαιδευτικοί είναι εκείνοι που προωθούν τις έννοιες της αποδοχής στα παιδιά που θα είναι οι ενήλικες της επόμενης γενιάς και παράλληλα οι φίλοι, σύντροφοι, συνεργάτες ή υπάλληλοι ενός ατόμου με αναπηρία (Randy L. DeWar, 1982).

Σύμφωνα με την έρευνα των Τζουριάδου – Μπάρμπα, τα παιδιά των οποίων οι εμπειρίες στο σχολείο προάγουν περισσότερες ευκαιρίες συνύπαρξης, παιχνιδιού και αλληλεπίδρασης και λιγότερες ευκαιρίες να θεωρήσουν τα παιδιά με ειδικές ανάγκες ως διαφορετικά, αναπτύσσουν πιο θετικές συμπεριφορές απέναντι στους συμμαθητές τους (Μαρία Τζουριάδου - Γεώργιος Μπάρµπας, 2001).

Ωστόσο, η συνύπαρξη και μόνο παιδιών με και χωρίς αναπηρία, δεν διασφαλίζει από μόνη της την κοινωνική ένταξη των παιδιών με αναπηρία στις δομές της γενικής εκπαίδευσης. Οι παράγοντες που επηρεάζουν τις σχέσεις των συνομηλίκων είναι πολλοί, όπως οι συνθήκες εκπαίδευσης και η αντιμετώπιση του εκπαιδευτικού προς τους μαθητές με αναπηρία. Έρευνες δείχνουν πως παιδιά νηπιακής ηλικίας έχουν πιο θετικοί αντιμετώπιση προς συνομηλίκους τους σε αναπηρικά αμαξίδια, ενώ μετά την ηλικία των 7 ετών τα παιδιά με αναπηρία γίνονται αποδέκτες αρνητικής συμπεριφοράς κυρίως στα διαλείμματα. Παρόλο που τα παιδιά είχαν θετική στάση, δυσκολευόντουσαν να αναπτύξουν στενότερες φιλίες με τους συμμαθητές τους με αναπηρία. Τους χαρακτήριζε μια «γονεϊκή στάση», αφού ένιωθαν την ανάγκη να προστατέψουν τα παιδιά με αναπηρία παρά να αναπτύξουν μια ουσιαστική φιλία. Οι αιτίες της στάσης αυτής σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι η άγνοια και ο φόβος προς το άγνωστο, καθώς και το αίσθημα ανασφάλειας που διέπει τα παιδιά προς τους συμμαθητές τους (M.Nikolaraizi, & N. de Reybekeil, 2001).

Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην Γερμανία, σε μαθητές γενικής εκπαίδευσης μέσου όρου ηλικίας 14.8 έτη, στόχος ήταν να εξεταστεί το κατά πόσον είναι σημαντικό οι παρεμβάσεις ευαισθητοποίησης απέναντι στην αναπηρία να μην έχουν μόνον πληροφοριακό-γνωσιακό χαρακτήρα αλλά να αποτελούν συνδυασμό αυτού και βιωματικής/εμπειρικής- συμπεριφοριστικής διάστασης. Τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν την ερευνητική υπόθεση δίνοντας σημαντικό προβάδισμα στην συνδυαστική παρέμβαση συγκριτικά με την μονοπυρηνική-γνωσιακή, ως προς την αλλαγή στάσεων απέναντι στην αναπηρία (Krahe & Altwasser, 2006).

Οι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν συχνά την προσομοίωση της αναπηρίας ως μέθοδο για την ευαισθητοποίηση και προώθηση θετικών στάσεων απέναντι στα άτομα με αναπηρίες. Οι προσομοιώσεις, ως γενική στρατηγική διδασκαλίας, έχουν δείξει ότι (α) διευκολύνουν την αλληλεπίδραση μεταξύ των συμμετεχόντων, (β) παρέχουν ευκαιρίες εξάσκησης της ικανότητας λήψεων αποφάσεων, (γ) μεταφέρουν σημαντικά κοινωνικά μηνύματα, (δ) διευκολύνουν στην αναγνώριση προσωπικών αξιών, και (ε) προωθούν την ενσυναίσθηση για τα θέματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι με αναπηρία (Hyman, 1978).

Σύμφωνα με έρευνα του Patterson, οι βιωματικές προσομοιώσεις ενημερώνουν και ευαισθητοποιούν τους συμμετέχοντες για τα προβλήματα, τις αδυναμίες, και τον τρόπο ζωής των ατόμων με αναπηρία, ενώ παράλληλα γεφυρώνουν το χάσμα μεταξύ παθητικής μάθησης και άμεσης προσωπικής εμπειρίας (Patterson, 1980).

Παρόλο που αρκετές μελέτες αναφέρουν τα θετικά αποτελέσματα των προσομοιώσεων αναπηρίας, έχουν υπάρξει αναφορές όπου δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στις αντιλήψεις των φοιτητών μετά την προσομοίωση κινητικής ή αισθητηριακής αναπηρίας (Wilson και Alcorn, 1969).

Επιπλέον, ο Wurst και ο Wolford (1994) διαπίστωσαν πως οι φοιτητές που συμμετείχαν σε προσομοιώσεις αισθητηριακής αναπηρίας, ανέφεραν πως αισθάνθηκαν «τυχεροί» που δεν έχουν κάποια αναπηρία.

Τα εν λόγω αποτελέσματα υποστήριξαν ένα από τους βασικούς στόχους της προσομοίωσης για τον Wurst και τον Wolford που είναι να μην παίρνουμε ως δεδομένο τις αισθήσεις των άλλων.

Ορισμένα αποτελέσματα ερευνών κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η προσομοίωση αναπηρίας ως τη μόνη μέθοδο εκμάθησης δεν επαρκεί για την ευαισθητοποίηση και την προώθηση της θετικής στάσης απέναντι στα άτομα με αναπηρία. Διαπιστώθηκε ωστόσο, πως όταν η προσομοίωση συνδυάζεται με άλλες μεθόδους μάθησης, υπάρχει σαφής αλλαγή νοοτροπίας και διαμόρφωση θετικών αντιλήψεων απέναντι στα άτομα με αναπηρία (Jones, Sowell, Jones, & Butler, 1981; Pernice & Lys, 1996; Pfeiffer, 1989; Schwartzwald, 1981; Wurst & Wolford, 1994).

Έχει βρεθεί πως ο συνδυασμός διαφόρων μεθόδων μάθησης μαζί με την προσομοίωση αναπηρίας είναι πιο αποτελεσματικός στην παραγωγή θετικών στάσεων, στην ευαισθητοποίηση και την θετική συμπεριφορά προς τα άτομα με αναπηρία (J. Herbert, 2000).

Παραδείγματα άλλων μεθόδων μάθησης περιλαμβάνουν: (α) την άμεση κοινωνική αλληλεπίδραση με ανθρώπους με αναπηρία, (β) εμβάθυνση σε υλικό για ανάγνωση και / ή προβολή για θέματα αναπηρίας, (γ) την παρακολούθηση και συμμετοχή σε συζητήσεις που διεξάγονται από άτομα με αναπηρία (J. Herbert, 2000).

Πτυχές που διευκολύνουν τη θετική έκβαση της προσομοίωσης αναπηρίας περιλαμβάνουν:

  • Επανάληψη της προσομοίωσης πάνω από μία φορά
  • Εθελοντική συμμετοχή
  • Ελάχιστη αλληλεπίδραση των εκπαιδευτικών με τους συμμετέχοντες
  • Η εναλλαγή ρόλων, έτσι ώστε ο κάθε συμμετέχων να ζήσει την προσομοίωση

Ανεξάρτητα με ποια παιδαγωγική φιλοσοφία ακολουθεί ο κάθε ερευνητής, η προσομοίωση αναπηρίας αποτελεί μια ισχυρή συναισθηματική εμπειρία (Glazzard,1979; Pfeiffer, 1989; Grayson & Marini, 1996; Kappan, 1994).

Συνοψίζοντας, όπως αποτυπώνεται από τις παραπάνω έρευνες, η περιθωριοποίηση των ατόμων με αναπηρία δεν οφείλεται αποκλειστικά σε πρακτικά εμπόδια προσβασιμότητας, αλλά σε μεγάλο βαθμό από την αρνητική στάση της κοινωνίας απέναντι στη διαφορετικότητα, λόγω άγνοιας, έλλειψης συνύπαρξης και προσωπικής επαφής.

Η εκπαίδευση και η αλληλεπίδραση ειδικών κοινωνικών ομάδων με την ευρύτερη ομάδα των μαθητών, στα πλαίσια συνδυαστικής παρεμβατικής προσέγγισης (εκπαίδευση - αλληλεπίδραση - βίωμα) δείχνουν ότι διευκολύνουν την αλλαγή στάσης και νοοτροπίας σχετικά με την διαφορετικότητα και την αναπηρία. 

  • Εθνική Συνοµοσπονδία Ατόµων µε Αναπηρία, Ετήσια Έκθεση, Στο πλαίσιο της 3ης ∆εκέµβρη Εθνικής Ηµέρας Ατόµων µε Αναπηρία (Ν.2430/1996 άρθρο 2, παρ.2), Η Πρόταση της Ε.Σ.Α.µεΑ. για ένα «Εθνικό Πρόγραµµα ∆ηµόσιων Πολιτικών για την Αναπηρία», Αθήνα, 2009
  • Μαρία Τζουριάδου & Γεώργιος Μπάρμπας, "Παιδιά με ειδικές ανάγκες στην προσχολική αγωγή: οι απόψεις των νηπιαγωγών", στο συλλογικό τόμο «Πρώιμη Παρέμβαση: σύγχρονες τάσεις και προοπτικές» Επιμ. Τζουριάδου Μ., εκδ. Προμηθεύς, Θεσσαλονίκη, 2001
  • Ρεράκης Ηρακλής, Ο «άλλος» στο ελληνικό σχολείο, εκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, 2006
  • Οδηγός του Πολίτη µε Αναπηρία, Υπουργείο Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αποκέντρωσης Γενική Γραµµατεία ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Ηλεκτρονικής ∆ιακυβέρνησης Ειδική Επιτροπή – Οµάδα ∆ιοίκησης Έργου για τα Άτοµα µε Αναπηρία, Έργο του Ε.Π. “ΠΟΛΙΤΕΙΑ”, Υποπρόγραµµα 1 “Εξυπηρέτηση Πολιτών και Επιχειρήσεων”, Μέτρο 1.2. “Εξυπηρέτηση Ειδικών Οµάδων Πολιτών”, Αθήνα, 2007
  • Allport, G.W. ( 1954). The nature of prejudice. Cambridge, MA: Addison-Wesley
  • Authority, National, and National Authority. '3. The Generation Of Negative Attitudes | The National Disability Authority'. Nda.ie.
  • Edf-feph.org,. 'The Representative Organisation Of Persons With Disabilities In Europe - Facts And Figures About Disability'.
  • Glazzard, P. (1979). Simulation of handicaps as a teaching strategy for preservice and inservice training. Teaching Exceptional Children, 11, 101-104.
  • Grayson, E., & Marini, I. (1996). Simulated disability exercises and their impact on attitudes toward persons with disabilities. International Journal of Rehabilitation Research, 19, 123-131.
  • Herbert, J. T. (2000). Therapeutic adventure staff attitudes and preferences for working with persons with disabilities. Therapeutic Recreational Journal.
  • Hyman, R.T. (1978). Simulation gaming for values education: The prisoner's dilemma. New Brunswick, NJ: University Press of America. 
  • Invenio.lib.auth.gr, Σπυριδούλα Θ. Κουρτέση, «Κοινωνικός Αποκλεισμός και Άτομα με Ειδικές Ανάγκες», Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Θεσσαλονίκη, 2013
  • J. Herbert, «Simulation as a learning method to facilitate disability awareness», Journal of Experiential Education (2000)
  • Jones, T. W., Sowell, V. M., Jones, J. K., & Butler, L. G. (1981 ). Changing children's perceptions of handicapped people. Exceptional Children, 47, 365-368.
  • Kappan, D. (1994). On simulating blindness. Educational Resource Information Center. (ERIC Document # ED378743).
  • Krahe, B. & Altwasser C.(2006).  Changing negative attitudes towards persons with physical disabilities: An experimental intervention.  Journal of Community & Applied Social Psychology, Vol.16, pp:59-69.
  • Lee, T., & Rodda, M. (1994).  Modification of attitudes toward people with disabilities. Canadian Journal of Rehabilitation, Vol. 7(4), pp:229-238.
  • Lindsay, S., & McPherson, A.C. (2012). Experiences of social exclusion and bullying at school among children and youth with celebral palsy. Disabil Rehabil, Vol. 23, pp.101-109.
  • M.Nikolaraizi, & N. de Reybekeil, «A comparative study of children’s attitudes towards deaf children, children in wheelchairs and blind children in Greece and in the U.K.», European Journal of Special Needs Education 16 (2001) p.167-182
  • N.Frederickson, E.Simmonds, L.Evans, & C. Soulsby, «Assessing the social and affective outcomes of inclusion», British Journal of Special Education 34 (2007) p.105-115
  • Patterson, P. E. (1980). Simulations in therapeutic recreation training programs. Therapeutic Recreation Journal, 14, 15-20.
  • Pernice, R., & Lys, Κ. (1996). Interventions for attitude change towards people with disabilities: How successful are they? International Journal of Rehabilitation Research, 19, 171-174.
  • Pfeiffer, D. (1989). Disability simulation using a wheelchair exercise. Journal of Post-Secondary Education and Disability, 7, 53-60.
  • Randy L. DeWar, «Peer Acceptance of Handicapped Students», Teaching Exceptional Children 14 (1982) p.188-193
  • Rillotta, F., &  Nettelbeck, T. (2007). Effects of an awareness program on attitudes of students without an intellectual disability towards persons with an intellectual disability. J Intellect Dev Disabil, Vol. 32, pp:19-27
  • Schwartzwald, F. R. (1981). A study of the effect of cognitive and affective intervention on attitudes of upper elementary children toward physically disabled children. Dissertation Abstracts International, Al-A 42/04, 1593.
  • Scope.org.uk, 'Scope - About Disability - Disability Charity Scope UK'.
  • Who.int,. 'WHO | World Report On Disability'.
  • Wilson, E. D., & Alcorn, D. (1969). Disability simulation and development of attitudes toward the exceptional. Journal of Special Education, 3, 303-307.
  • Wurst, S. Α., & Wolford, K. (1994). Integrating disability awareness into psychology courses: Applications in abnormal psychology and perception. Teaching of Psychology, 21, 233-235.